Συνέντευξη παραχώρησε ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Νίκος Φίλης στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ».
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη:
Κύριε υπουργέ, πριν από λίγες ημέρες άρχισε ένας ακόμη εθνικός διάλογος για την μεταρρύθμιση στην Παιδεία. Γιατί αυτήν τη φορά πρέπει να πιστέψουμε ότι θα αποφέρει καρπούς εξασφαλίζοντας τη σταθερότητα σε ένα ταλαιπωρημένο εκπαιδευτικό σύστημα;
Ο εθνικός και κοινωνικός διάλογος θα ξεκινήσει με την καταγραφή των μεγάλων εκπαιδευτικών προβλημάτων που, πρέπει να ομολογήσουμε, προϋπήρξαν της οικονομικής κρίσης αλλά επιδεινώθηκαν με αυτήν. Δεν πρόκειται λοιπόν για μια γραμμική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών προβλημάτων. Ο διάλογος οφείλει να κοιτάζει μπροστά, να αξιοποιεί την ελληνική και διεθνή εμπειρία και να καταλήξει σύντομα σε μεταρρυθμίσεις, που η εφαρμογή τους, βήμα βήμα, δεν μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα σε έναν χρόνο ή ακόμα και μέσα σε μία τετραετία. Η δημοκρατική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση είναι έργο πνοής. Για αυτό είναι αναγκαία η ευρύτερη κοινωνική και πολιτική συναίνεση. Αυτήν τη φορά ο εθνικός διάλογος δεν θα επικεντρωθεί στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, αλλά σε μείζονα ζητήματα που αφορούν όλες τις βαθμίδες, από τα κάτω προς τα πάνω. Ζητήματα όπως η 14χρονη Υποχρεωτική Εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένης της διετούς προσχολικής, η εκπαίδευση και ακολούθως η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, η αλλαγή στη δομή του δημοτικού, του γυμνασίου και του λυκείου, η δημοκρατική ρύθμιση των μεταπτυχιακών και η αναμόρφωση της διοίκησης της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης είναι αντικείμενα του διαλόγου, ώστε να καταρτιστεί ένα πρόγραμμα δημοκρατικής μεταρρύθμισης με έντονα τα οραματικά στοιχεία του συνεργατικού σχολείου που θα μορφώνει ολόπλευρα τη νέα γενιά. Προϋπόθεση για την επιτυχία του διαλόγου είναι η αδιαμεσολάβητη συμμετοχή των εκπαιδευτικών και η έμπρακτη έκφραση του κοινωνικού ενδιαφέροντος για τη δημόσια εκπαίδευση.
Σταθερή επιδίωξή μας είναι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας με μαζικούς διορισμούς στην Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση από φέτος, μέσω της αξιοποίησης μεταδιδακτορούχων στα μεταπτυχιακά και στο ανοικτό πανεπιστήμιο με τη βαθμιαία κατάργηση του αριθμού των εισακτέων και την κατά προτεραιότητα διδασκαλία από νέους επιστήμονες. Είναι μία έμπρακτη συμβολή στην ανάσχεση της μετανάστευσης Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό.
Ο διάλογος γίνεται στη βάση των προτάσεων του υπουργείου. Πραγματικά είστε πρόθυμος να ενσωματώσετε προτάσεις και των άλλων κομμάτων και φορέων για μια καλύτερη παιδεία;
Έχουμε δηλώσει ότι η κυβέρνηση δεσμεύεται πολιτικά από τα αποτελέσματα του διαλόγου, που θα γίνεται παράλληλα με τις συζητήσεις που θα έχουμε με τους θεσμούς σχετικά με την επικαιροποίηση της Έκθεσης του ΟΟΣΑ. Η συγκρότηση της επιτροπής διαλόγου από διακεκριμένες προσωπικότητες, αλλά και οι πρώτες ενδείξεις διακομματικής συνεργασίας στο πλαίσιο της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, ενισχύουν την εκτίμησή μας ότι μπορεί να υπάρξει συναίνεση σε ορισμένα μείζονα ζητήματα. Είμαστε ανοικτοί στις προτάσεις των άλλων κομμάτων και φορέων, γνωρίζοντας ότι ακόμη και αν εκκινούν από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες πρέπει να αναζητηθεί και μπορεί να βρεθεί κοινός τόπος, προκειμένου η εκπαίδευση να αποκτήσει τον κυρίαρχο μορφωτικό της ρόλο και να μην είναι θεσμός ακραίου κοινωνικού ανταγωνισμού.
Κάνετε λόγο για τροποποιήσεις στον τρόπο εισαγωγής των υποψηφίων στα πανεπιστήμια; Θα μας δώσετε μια εικόνα;
Δεν θέλω να προκαταλάβω το αποτέλεσμα του διαλόγου. Το θέμα της πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση συναρτάται με την αλλαγή του λυκείου. Θα ήταν λάθος να ξεκινήσει ο διάλογος, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα, βιαστικά και από τα πάνω. Οποιαδήποτε απόφαση χρειάζεται χρόνο.
Θα αλλάξει το σύστημα των μετεγγραφών;
Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης αυξάνεται η πίεση για μετεγγραφές. Το κοινωνικό αυτό πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με εμβαλωματικές λύσεις. Χρειάζεται μια νέα συνολική ρύθμιση. Από τη ροή των μετεγγραφών θα προκύψουν συμπεράσματα που αφορούν, σε δεύτερη φάση, την αναδιαμόρφωση του χάρτη των πανεπιστημίων και ΤΕΙ.
Οι αιώνιοι φοιτητές θα παραμείνουν αιώνιο πρόβλημα;
Όχι. Άλλωστε διατηρείται η διάταξη σύμφωνα με την οποία το κράτος επιβαρύνεται οικονομικά μόνο για τη φοίτηση των «4+2 ετών».
Με το καλημέρα της νέας κυβέρνησης η Σία Αναγνωστοπούλου άγγιξε το θέμα του τρόπου συμμετοχής ή μη στη διδασκαλία των Θρησκευτικών. Τι σκέφτεστε γι’ αυτό το ζήτημα;
Το θέμα έχει τεθεί στον δημόσιο διάλογο, έχουν εκδοθεί υπουργικές εγκύκλιοι που απαντούν στο αίτημα χιλιάδων μαθητών και των οικογενειών τους να μην παρακολουθούν υποχρεωτικά το μάθημα των Θρησκευτικών. Από ό,τι πληροφορούμαι, αναμένεται μάλιστα και απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Στρασβούργου για την αναχρονιστική εγκύκλιο Λοβέρδου. Αιτία του προβλήματος είναι η επιμονή εγχώριων συντηρητικών κύκλων να παραμείνει το μάθημα των Θρησκευτικών ως ομολογιακό μάθημα. Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, θεσμικά αρμόδιο να επιμεληθεί την αναμόρφωση των Θρησκευτικών, συζητεί με όλες τις πλευρές, περιλαμβανομένης και της Εκκλησίας, ώστε τα Θρησκευτικά να γίνουν μάθημα γνώσης των θρησκειών, με την ιδιαίτερη παρουσίαση του πολιτισμικού ρόλου της Ορθοδοξίας στη χώρα μας.
Διαχωρισμός Κράτους – Εκκλησίας. Πόσο έτοιμη είναι η κυβέρνηση για ένα τέτοιο βήμα δεδομένης της στάσης της Εκκλησίας;
Ενόψει της συνταγματικής αναθεώρησης, με συντεταγμένο τρόπο, Εκκλησία και Πολιτεία έχουν συμφωνήσει να συζητήσουν τον προσδιορισμό των διακριτών ρόλων τους. Πιστεύω ότι το αποτέλεσμα του διαλόγου θα επιβεβαιώσει ότι η νέα διακριτή θεσμική πραγματικότητα θα είναι χρήσιμη και για τα δύο μέρη, και βεβαίως επωφελής για τον λαό.
Σας ενόχλησε το γεγονός πως οι ΑΝΕΛ δεν στήριξαν το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια;
Όχι, με την έννοια ότι δεν αιφνιδιάστηκα. Η στάση των ΑΝΕΛ είναι συνεπής προς την ιδεολογική φυσιογνωμία του κόμματος. Η συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής για την ψήφιση του συμφώνου, παρά τις λεκτικές ακρότητες κάποιων, κατέδειξε ότι ορισμένα ζητήματα αξιών διαπερνούν οριζόντια τα κόμματα και δεν «αντέχουν» σε κομματική πειθαρχία. Επιβεβαίωσε μάλιστα ότι η ριζοσπαστική Αριστερά αποτελεί για τη χώρα μας τον πυλώνα του «πολιτικού φιλελευθερισμού», ενώ η Νέα Δημοκρατία κατατρύχεται από προβλήματα ταυτότητας.
Ως υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, σας φοβίζει περισσότερο το Ασφαλιστικό ή τα κόκκινα δάνεια;
Το Ασφαλιστικό θα είναι η «μητέρα των μαχών» προκειμένου η χώρα να φύγει από την στενωπό της λιτότητας και να προχωρήσει σταδιακά στην ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους, ως ποιοτικού χαρακτηριστικού της ανάπτυξης. Η ακεραιότητα των κύριων συντάξεων αποτελεί για την κυβέρνηση κόκκινη γραμμή. Από την αρχή των Μνημονίων οι συνταξιούχοι έχουν χάσει το 40% των αποδοχών τους αλλά το ασφαλιστικό σύστημα παραμένει μη βιώσιμο. Συνεπώς πρέπει να αναζητήσουμε τη βιωσιμότητα του Ασφαλιστικού στην αύξηση των εσόδων και βεβαίως στην ανάπτυξη που θα αλλάξει τη σημερινή αρνητική αναλογία στη σχέση συνταξιούχων – εργαζομένων.
Το θέμα των κόκκινων δανείων δεν αφορά όλη την κοινωνία, αλλά ιδιαίτερα ευαίσθητες κοινωνικές κατηγορίες. Θα επιμείνουμε στη θέση μας τα στεγαστικά πρώτης κατοικίας να μη γίνουν τροφή για τους γύπες των αγορών.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να θεωρείται αριστερή μόνο και μόνο επειδή ψήφισε το σύμφωνο συμβίωσης; Τι άλλο θα θέλατε να γίνει;
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει αναλάβει το δύσκολο έργο της μετάβασης σε μια αναπτυγμένη οικονομία με κοινωνική δικαιοσύνη, δημοκρατία, αλληλεγγύη και σεβασμό στο περιβάλλον. Αυτή η πορεία δεν είναι ούτε αυτόματη, ούτε σύντομη, ούτε περιχαρακωμένη εθνικά. Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει προγραμματική σαφήνεια ανάμεσα σε ένα πρόγραμμα με αριστερές – προοδευτικές αξίες και σε ένα πρόγραμμα με συντηρητικές ή και αντιδραστικές πολιτικές, σαν αυτές που βλέπουμε να αναβιώνουν με αφορμή τη μεταναστευτική κρίση στο συντηρητικό στρατόπεδο.
Προχωρούμε σε μέτρα για την πάταξη της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής, όπως αποδείξαμε περίτρανα με τους πρόσφατους κυβερνητικούς χειρισμούς για τη νέα λίστα Φαλτσιανί.
Η αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής μέσα από ένα παράλληλο πρόγραμμα ανακούφισης των κοινωνικών στρωμάτων που έχουν πληγεί βάναυσα θα επαναπροσδιορίσει το αριστερό κοινωνικό και ταξικό πρόσημο του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης. Και αυτή είναι η υπηρεσία του ΣΥΡΙΖΑ στη δημοκρατία γιατί, εκτός των άλλων, αποτελούμε δημοκρατικό ανάχωμα στην ακροδεξιά δημαγωγία και επιθετικότητα.
Είστε κι εσείς της άποψης καλύτερα 153 και ενωμένοι παρά 163 και με αμφιβολίες;
Η αριθμητική συσκοτίζει το πολιτικό θέμα. Να σας θυμίσω ότι οι κυβερνήσεις Παπαδήμου και Σαμαρά διέθεταν τεράστια κυβερνητική πλειοψηφία. Τι πέτυχαν; Στην εποχή των Μνημονίων εκδηλώθηκε και παραμένει η κρίση αντιπροσώπευσης. Οι τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις επιβεβαιώνουν όμως ότι οι αναζητήσεις των πολιτών βρίσκονται σε προοδευτική κατεύθυνση. Αυτή η λαϊκή εντολή αποτελεί τον ισχυρότερο παράγοντα που διασφαλίζει την κυβερνητική συνοχή και αποτρέπει ευφάνταστα σενάρια άλλων κυβερνητικών συνεργασιών που, ακόμη και αν αποδειχθούν αριθμητικά ισχυρότερες, χωρίς σαφή προοδευτική προγραμματική κατεύθυνση μπορεί να οδηγήσουν σε καταστάσεις πολιτικής αστάθειας.
Σε κάθε περίπτωση η πρωτοβουλία για τη διαμόρφωση νέων πολιτικών συνθέσεων προοδευτικού προσανατολισμού ανήκει στην κυβέρνηση, ενόψει μάλιστα των πρωτοβουλιών για την αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, που περιλαμβάνουν και τις πολιτικές για την εξυγίανση και τη δημοκρατική ρύθμιση του άναρχου τοπίου στον χώρο των ΜΜΕ. Νομίζω ότι έχει ωριμάσει η ανάγκη ο χώρος της ριζοσπαστικής Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ στο επικείμενο συνέδριο να απευθυνθεί στην αντινεοφιλελεύθερη Κεντροαριστερά και σε σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις που παραμένουν πολιτικά ανένταχτες.
Πώς θα σας φαινόταν προσωπικά κυβερνητική συγκατοίκηση με την Ενωση Κεντρώων;
Κάθε κυβερνητική συνεργασία προϋποθέτει συμφωνία σε πρόγραμμα που συγκροτείται στη βάση κοινών αξιών και πολιτικών στόχων. Το κόμμα του κυρίου Λεβέντη είναι βραχύβιο κοινοβουλευτικά και δεν παραπέμπει σε κάποιο συγκροτημένο ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα. Βέβαια το «φαινόμενο Λεβέντη» διαθέτει διάρκεια και ανθεκτικότητα, που οφείλεται στην κρίση της πολιτικής και στην ανάδυση σχημάτων στα οποία κατευθύνεται η επικίνδυνη κατάσταση της α-πολιτικής.
Σε τι προσβλέπετε για το χρέος;
Προσβλέπουμε σε μια συμφωνία που για πρώτη φορά θα δημιουργήσει προϋποθέσεις δίκαιης αντιμετώπισης του ελληνικού προβλήματος, ώστε με σταθερά βήματα να προχωρήσουμε προς την ανάπτυξη. Υπάρχει η δέσμευση των θεσμών ότι το θέμα του χρέους θα ανοίξει μετά την πρώτη αξιολόγηση, αλλά καιροφυλακτούν οι δυνάμεις που αντιδρούν. Δεν είναι τυχαίο ότι τις τελευταίες ημέρες τρεις φορές, με πρώτο προσωπικά τον Σόϊμπλε, επανέρχεται το σενάριο του «προσωρινού Grexit» ή της μικρότερης Σένγκεν. Πρόκειται για αντιλήψεις που επιχειρούν να συρρικνώσουν την ευρωζώνη σε ένα club λίγων πλουσίων χωρών υπό γερμανική επιρροή. Το θέμα του ελληνικού χρέους μοιάζει ως απειλή παράπλευρης απώλειας. Ο ακρωτηριασμός όμως της Ευρώπης ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Με αυτήν την έννοια η ρύθμιση του ελληνικού χρέους γίνεται ακόμη περισσότερο ευρωπαϊκό θέμα και επιτακτική ανάγκη.