Καιρό αναρωτιόμουνα τις ρίζες της λέξης sex. Στην ελληνική γλώσσα μετάφραση δεν υπάρχει μιας και είναι ξενόφερτη, αλλά τη χρησιμοποιούμε ως έχει. Συνήθως όταν θέλουμε να δηλώσουμε την συνουσία που εμπεριέχει συναίσθημα, χρησιμοποιούμε την λέξη έρωτα και χωρίς συναίσθημα τη λέξη σεξ. Αλλά τι σου λέω τώρα, τα ξέρεις ήδη όλα αυτά (και κυρίως τα κάνεις!).
Η αναζήτηση των ριζών της λέξης αυτής με έφερε αντιμέτωπη με κάτι πολύ ενδιαφέρον. Αρχικά η λέξη είναι λατινική, στα αρχαία λατινικά η λέξη ήταν sexus και είχε άλλο νόημα από αυτό που έχει σήμερα, δηλαδή σήμαινε “ένα από τα δύο φύλλα”. Ακόμα υπήρχε και ένας άλλος όρος secus, που συναντιέται σε πιο πρώιμα χρόνια και είχε τη σημασία διαχωρισμού ή κατηγορίας, άρρεν και θηλύ, άντρα και γυναίκα.
Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα η λέξη σεξ άρχισε να χρησιμοποείται για να δηλώσει ένα από τα δύο γένη (σκέψου ξένα επίσημα έγγραφα που έχεις συμπληρώσει. Έχει ένα κουτάκι που λέει: sex και επιλογές: male ή female). Στο τέλος του 18ου και αρχές 19ου αιώνα, συναντάμε τον τύπο “le sexe” στη Γαλλία, που σήμαινε θηλυκό γένος. Και έτσι άρχισε να χρησιμοποιείται για περίπου ένα αιώνα, όπου περί τα μισά του περασμένου αιώνα αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες αναφορές με τη σημερινή σημασία της, συνουσία. Κατά συνέπεια η σημερινή σημασία της λέξης σεξ, προέρχεται από αυτή την ενδιάμεση φάση κατά την οποία το σεξ σήμαινε το θηλυκό γένος.
Η σημαιολογική εξέλιξη είναι παράλληλη με εκείνη που κάνει την ίδια την έννοια “σώμα” να εξελίσσεται και αμέσως μετά με την ανάπτυξη της έννοιας “ψυχής”. Όπως το σώμα εξελίσσεται κατ’ απομίμηση και σε αντιπαράθεση με την ψυχή, έτσι και αυτό που αποκαλούμε σήμερα σεξ εξελίσσεται κατ’ απομίμηση και σε αντιπαραβολή με εκείνο που λέγεται “Έρωτας”.