B-sides, Indie – rock μελωδίες από την Αχαϊκή πρωτεύουσα!

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΥΣ Β-SIDES

Β-sides, εξαιρετικοί μουσικοί, λάτρεις του βινυλίου και της λογικής «κάτι να μείνει». Γράφουν μουσική που τους αρέσει, χωρίς να επιδιώκουν τις εφήμερες επιτυχίες και χωρίς τη φιλοδοξία «να γίνουν γνωστοί». Αυθεντική indierock μουσική απευθείας από την Πάτρα. Πάμε να τους γνωρίσουμε!

bsides

Να ξεκινήσουμε με ένα ανεπτυγμένο ιστορικό της μπάντας, δηλαδή πότε ξεκινήσατε, πως εξελιχθήκατε και πως φτάσατε στο σήμερα.

Ξεκινήσαμε το 1999 σε άλλη μπάντα οι τρεις του γκρουπ, Χρήστος, Γιώργος, Γιάννης (κιθάρες, μπάσο), παίζοντας κυρίως διασκευές. Με τον άλλο Χρήστο τον ντράμερ μας, παίζαμε κατά καιρούς σε διάφορες συνθέσεις. Όταν διαλύθηκε η πρώτη μπάντα γύρω στο 2004, μετά από μερικές αλλαγές, βρεθήκαμε όλοι μαζί χωρίς τραγουδιστή να παίζουμε δική μας μουσική για ένα χρονικό διάστημα. Εκεί μπήκαν οι βάσεις. Το πρώτο live με το όνομα b-sides και με δικά μας μόνο τραγούδια το κάναμε το 2007. Ακολούθησαν δύο single και ένα album, ο προηγούμενος τραγουδιστής αποχώρησε και με τον Αντρέα έχουμε άλλο ένα single, ένα EP και τώρα το επερχόμενο album.


Η βάση σας, είναι η Πάτρα, θεωρείτε πως αυτή η τοποθεσία σας περιορίζει ή σας στερεί ευκαιρίες που ίσως θα ήταν πιο πολλές αν μένατε σε μια μεγαλύτερη πόλη (πχ. Αθήνα ή Θεσσαλονίκη);

Υπάρχουν θετικά και αρνητικά. Στα θετικά είναι ότι μπορούμε να βρισκόμαστε από κοντά ή για πρόβες πιο εύκολα απ’ ότι στην Αθήνα, καθώς οι αποστάσεις είναι πολύ μικρότερες. Το βασικό αρνητικό όμως είναι ότι για οποιοδήποτε live ή συνέντευξη στην Αθήνα πρέπει να υπολογίζουμε το λιγότερο μισή μέρα χαμένη στο δρόμο, με την κούραση που αυτό συνεπάγεται. Αυτό μας οδηγεί πολλές φορές να αναγκαστούμε να αρνηθούμε να παίξουμε κάπου που θα θέλαμε, γιατί για παράδειγμα δε μπορεί κάποιος από εμάς να πάρει άδεια ή γιατί θα έπρεπε να επιστρέψουμε ξημερώματα ενώ δουλεύουμε την άλλη μέρα. Δυστυχώς οι υποχρεώσεις σήμερα δεν μας αφήνουν την ευκολία που είχαμε όπως όταν ήμασταν φοιτητές…

B-sides, ποια είναι η ιστορία πίσω από το όνομα σας;

Είναι αναφορά στα τραγούδια της “Β πλευράς” των single βινυλίου, στα οποία οι εταιρίες συνήθως “σπρώχνανε” κομμάτια που θεωρούσαν ότι δεν θα έχουν εμπορική επιτυχία αλλά ήταν εξίσου αξιόλογα. Μερικές φορές μάλιστα συνέβαινε το κομμάτι της B πλευράς να επισκιάσει αυτό της Α και κάπως έτσι συνέβη και με το Queen single μας, όπου το B-side Forest έγινε πιο γνωστό.


Ποια είναι τα ακούσματα σας σαν μπάντα; όταν ξεκινήσατε ήσασταν όλοι στο ίδιο μήκος κύματος ή προέρχεστε από διαφορετικά μουσικά μονοπάτια;

Σε γενικές γραμμές έχουμε κοινά ακούσματα, τουλάχιστον αν το δει κάποιος μέσα στο εύρος της μουσικής σήμερα. Όμως μεταξύ μας δε συμφωνήσαμε ποτέ εντελώς και κατά περιόδους έχουμε και διαφορετικές προτιμήσεις. Νομίζουμε ότι αυτό είναι και καλύτερο γιατί μέσω αυτής της διαδικασίας βγαίνει αυτό που είναι οι b-sides.


Επειδή είμαι ενάντια στη λογική “βάζω ταμπέλες στη μουσική”, θα ήθελα να ρωτήσω, τι στοιχεία και ποια είδη μουσικής έχουν επηρεάσει το σημερινό σας ήχο;

Και εμείς είμαστε ενάντια σε αυτή την λογική και βρίσκουμε ιδιαίτερα δύσκολο να βάλουμε μια ταμπέλα στην δική μας. Στη κάθε περίοδο ίσως υπάρχουν διαφορετικές αναφορές αλλά αυτά που σίγουρα μας έχουν επηρεάσει συνολικά είναι indie, rock, elector και 80-90s.


Θυμάστε το πρώτο σας Live;

Αν και έχουμε πάνω κάτω 70 live σαν b-sides και πολύ περισσότερα πριν από τους b-sides, δεν μπορούμε να ξεχάσουμε το πρώτο live, κυρίως γιατί… όλα πήγαν στραβά. Όλα ξεκίνησαν με τον καθυστερημένο υπεύθυνο του ήχου σε επαρχιακό φεστιβάλ να ρωτά “ποιος παίζει μπουζούκι στο συγκρότημα”. Όχι, δεν έκανε πλάκα, είχε φέρει ηχητικά για λαϊκά. Αν και περάσαμε πολύ ωραία στη συνέχεια, η εμπειρία μας έμαθε να γίνουμε εμείς πολύ καλύτεροι ώστε να μην μας επηρεάζουν τα πιθανά προβλήματα ήχου και βεβαίως να σιγουρευόμαστε ότι θα υπάρχουν τα απαραίτητα πριν συμφωνήσουμε σε κάποιο live.


Πως νιώθετε όταν παίζετε πρώτη φορά σε μια πόλη, μπροστά σε κόσμο που δεν έχει ακούσει ποτέ τη μουσική σας;

Έχουμε παίξει live με κοινό από 15 άτομα ως 1500 άτομα, σε μέρη που μας ξέρουν και σε άλλα που μας ακούν για πρώτη φορά. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι όταν βλέπεις τον κόσμο να παρακολουθεί και να συμμετέχει, είτε ξέρει τα κομμάτια είτε όχι, είτε είναι πολλοί είτε λίγοι. Εμείς δίνουμε ότι καλύτερο μπορούμε, γιατί παίζουμε πρώτα απ’ όλα για εμάς. Δεν μπορούμε να υποκριθούμε ότι περνάμε καλά αν δεν είναι όντως έτσι, οπότε φροντίζουμε να το χαιρόμαστε εμείς πρώτα. Αν υπάρχει ανταπόκριση τότε το αίσθημα είναι πολύ καλύτερο, ξέρεις ότι μεταδίδεις κάτι και που κάνει και τους άλλους να περνάνε καλά.


Διακρίνω μια ιδιαίτερη αγάπη για τα βινύλια. Αν δεν κάνω λάθος, η προηγούμενη σας δισκογραφία έχει κυκλοφορήσει σε περιορισμένα αντίτυπα βινυλίου. Γιατί αυτό;

Όλη μας η επίσημη δισκογραφία είναι σε βινύλιο, με την εξαίρεση του πρώτου μας άλμπουμ Story Without End που κυκλοφόρησε και σε CD. Εκτός του ότι μας αρέσει το βινύλιο και ένας από τα μέλη μας είναι συλλέκτης, η πραγματικότητα είναι ότι αυτοί που αγοράζουν μουσική είναι πολύ λίγοι και προτιμούν το βινύλιο, οπότε δε μπορούμε να τους χαλάσουμε χατίρι. Αυτό φαίνεται και από το ότι όλα τα βινύλιά μας εξαντλούνται σε μικρό χρονικό διάστημα. Αν και το βινύλιο έχει μία δόση ρετρό νοσταλγίας, νομίζουμε ότι το γεγονός πως πρέπει να ασχοληθείς ενεργά σε κάνει να ακούς με διαφορετικό τρόπο τη μουσική. Χρειάζεται να σηκωθείς από τη καρέκλα, να διαλέξεις αυτό που θες πιάνοντάς το με το χέρι σου, να το βάλεις στο πικάπ, να είσαι εκεί να το αλλάξεις στο τέλος, πράγματα που σε κάνουν να καταλήγεις να ακούς με περισσότερη προσοχή τη μουσική απ’ ότι βάζοντας ένα playlist στον κινητό ή στο youtube κάνοντας άλλα πράγματα.

Γιατί έχετε επιλέξει τον αγγλόφωνο στίχο για να επενδύσετε στιχουργικά τη μουσική σας;

Ταιριάζει καλύτερα στο είδος της μουσικής που παίζουμε και μπορεί να εκφράσει αυτό που θέλουμε να πούμε με μεγαλύτερη ευκολία. Δυστυχώς στα ελληνικά οι απλοί στίχοι ακούγονται περίεργοι. Έχουμε συνηθίσει τους ελληνικούς στίχους να έχουν περισσότερο ποιητικά νοήματα. Σκέψου τους στίχους από ξένα κομμάτια που σου αρέσουν και μετάφρασε τα στα ελληνικά, μάλλον θα ακούγονται αστεία.


Ετοιμάζετε το νέο δίσκο με τίτλο “The End Is Near”, θα θέλατε να μας πείτε λίγα πράγματα για το νέο σας υλικό;

Νιώθαμε ότι είχε περάσει πολύς καιρός όπου παίζαμε τα ίδια και τα ίδια και είχαμε αρχίσει να κουραζόμαστε. Για το λόγο αυτό πειραματιστήκαμε με πιο ηλεκτρονικούς ήχους, με τη λογική της λούπας, της ανάπτυξης των κομματιών με βάση την προσθετική αξία μελωδιών και όχι την κλασσική φόρμα κουπλέ-ρεφραίν που είχαμε μέχρι τώρα.

Jumping Fish! Πόσο σας επηρέασε και πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα στη μπάντα μετά το διαγωνισμό;

Ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία να ακουστεί έστω και ένα κομμάτι μας σε ευρύτερο κοινό. Αν και είχε ξαναγίνει στο παρελθόν με το Forest και το Kill που έπαιζαν σε μεγάλα ραδιόφωνα για καιρό, η έκταση τώρα ήταν πολύ μεγαλύτερη. Είναι ωραίο να σε παίρνουν φίλοι και να σου λένε ότι ακούν “τώρα” σε μεγάλα ραδιόφωνα ένα κομμάτι σου. Αν και η έκθεση και τα καλά λόγια μας δίνουν αυτοπεποίθηση δεν αλλάζουν πολύ τα πράγματα στη μπάντα. Είμαστε αρκετά συνειδητοποιημένοι από καιρό και ποτέ δεν είχαμε στόχο να γίνουμε “γνωστοί”. Γι αυτό δε γράφουμε δίσκους για ένα κομμάτι που θα κάνει πρόσκαιρη επιτυχία και παίρνουμε το “ρίσκο” η μουσική μας να μην αρέσει. Παρόλα αυτά, το ότι το Safe συνεχίζει να παίζει στα ραδιόφωνα και τώρα που έχει τελειώσει ο διαγωνισμός σημαίνει ότι πραγματικά άρεσε στον κόσμο και στους παραγωγούς και αυτό δε μπορούμε παρά να το εκλαμβάνουμε ως κάτι πολύ θετικό.

Κλείνοντας, τι από όσα έχετε κάνει σας προκαλούν περηφάνια και ποιοι είναι οι στόχοι σας για το μέλλον;

Ο μόνος αρχικός στόχος που είχαμε σαν b-sides ήταν “κάτι να μείνει”. Δε θέλαμε να παίξουμε κάποια χρόνια και να εξαφανιστούμε χωρίς να γραφτεί η δουλειά μας. Αυτό το πετύχαμε στο πρώτο album. Μετά από αυτό δεν έχουμε άλλους στόχους, προχωράμε όπως νιώθουμε ότι θέλουμε τα πράγματα για εμάς στο άμεσο μέλλον. Αυτό που μας προκαλεί περηφάνια είναι ότι έχουμε μια πορεία που μας ικανοποιεί και αναγνωρίζεται μεταξύ ατόμων που εκτιμάμε.