Θα λεγε κανείς ότι οι κωμωδίες αποτελούν το πιο δυσεύρετο ανάμεσα στα πολλά κινηματογραφικά είδη, το πιο δύσκολο στην κατασκευή του αλλά συνάμα το πιο απαραίτητο, αυτό που όλοι αποζητάμε πού και πού.
Όταν διοργανώνουμε παρεΐστικες προβολές στο σπίτι, όταν θέλουμε να χαλαρώσουμε μετά από μία δύσκολη μέρα ή όταν επιλέγουμε να περάσουμε το σαββατόβραδο ανάλαφρα σε ένα θερινό σινεμά.
Ωστόσο, δεν είναι σπάνιο μία κωμωδία να καταλήγει σε… φιάσκο. Δεν είναι λίγες οι φορές που τα σενάρια και οι διάλογοι μάλλον υποτιμούν τη νοημοσύνη μας και το χιούμορ καταφεύγει σε φτηνές ατάκες με πολύ περιορισμένο περιεχόμενο και καθόλου φαντασία με αποτέλεσμα να έχει πλέον δημιουργηθεί μία συγκεκριμένη κουλτούρα trash ταινιών που κάθε άλλο παρά ανταποκρίνεται πλέον στις ανάγκες και τα γούστα των νέων ανθρώπων.
Από την άλλη, πάντα υπάρχουν οι φωτεινές εξαιρέσεις στον κανόνα και στη συγκεκριμένη περίπτωση απαιτείται μόνο λίγη αναζήτηση για να διαπιστώσεις ότι ναι, υπάρχουν εξαιρετικές κωμικές ταινίες, ιστορίες σπαρταριστές, ηθοποιοί αφοπλιστικά ταλαντούχοι και εμπνευσμένες σκηνοθετικές ματιές που μπορούν να σου θυμίσουν την ξέγνοιαστη πλευρά της ζωής και να σε κάνουν κυριολεκτικά να… πέσεις κάτω από τα γέλια!
Μετρ στο είδος αυτό είναι φυσικά ο Βρετανός ηθοποιός Rowan Atkinson, ο γνωστός σε όλους μας Mr Bean που με τις γκάφες του μας έχει κατά καιρούς καθηλώσει τόσο στη μικρή όσο και στη μεγάλη οθόνη. Ωστόσο, ο ιδιαίτερος κύριος Bean δεν είναι το μοναδικό ευφυές δημιούργημα του ηθοποιού, καθώς στη βρετανική τηλεόραση ήταν επί χρόνια δημοφιλής ως η δόλια οχιά στη σειρά Black Adder και μέσα από το ρόλο αυτό σκόρπησε επανειλημμένα ατελείωτο γέλιο. Τα τελευταία χρόνια έγινε επίσης γνωστός μέσα από τις ταινίες του Johnny English, του καταστροφέα μυστικού πράκτορα που ως δια μαγείας καταφέρνει πάντα να θριαμβεύσει στις υποθέσεις που αναλαμβάνει. Σε παρόμοιο κόνσεπτ ο επιθεωρητής Clouseau στις ταινίες του Ροζ Πάνθηρα κάνει πάντα το κοινό να ξεσπάει σε ξεκαρδιστικά γέλια με αριστοτέχνες στον πρωταγωνιστικό ρόλο τον Peter Sellers στα κλασσικά φιλμ του ’60 και τον Steve Martin στη σύγχρονη εκδοχή.
Ανάμεσα στους σκηνοθέτες με την πιο κωμική ματιά είναι φυσικά και ο Woody Allen, που καταφέρνει να δώσει ακόμα και στα πιο σοβαρά του δημιουργήματα μία σημαντική δόση ποιοτικού χιούμορ. Από τις πιο σπαρταριστές του ταινίες είναι: Στη Ρώμη με αγάπη, Παίζοντας στα τυφλά, η Χάνα και οι αδελφές της και Vicky Cristina Barcelona. Οι αδελφοί Coen επίσης δε χάνουν ευκαιρία να προβάλουν στις κινηματογραφικές αίθουσες ταινίες-παρωδίες όπως τα O Brother, Where art thou? και το Hail, Caesar, ενώ η πρόσφατη κωμωδία Grand Budapest Hotel θεωρείται από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών καθώς συγκέντρωσε πλήθος διθυραμβικών κριτικών και βραβείων Όσκαρ. Στο ύφος της παρωδίας κυμαίνονται και πολλές παραγωγές που σκοπό έχουν να διακωμωδήσουν παλαιότερα σοβαροφανή φιλμ και ενίοτε το καταφέρνουν, όπως στην περίπτωση των Scary Movie και ιδίως της τρίτης ταινίας που ανακατεύει σε ένα κινηματογραφικό μίξερ τις πιο αγαπημένες horror ταινίες και μας τις προφέρει σπαρταριστές, ενισχύοντας τα κλισέ τους και φανερώνοντας τις αδυναμίες τους.
Τέλος, ίσως την καλύτερη αίσθηση του χιούμορ έχει ο ιταλικός κινηματογραφικός κόσμος που από την Cinecitta μέχρι και σήμερα δεν έχει σταματήσει να παράγει ασύγκριτες κωμωδίες όπως το Benvenuti al Sud και το πρόσφατο Like Crazy. Ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του μεσογειακού μοναδικού χιούμορ είναι πιθανότατα ο Roberto Benigni που στις ταινίες του La Vita e Bella και Ο Τίγρης και το Χιόνι κατάφερε να παντρέψει το βάθος και τη συγκίνηση της αληθινής αγάπης με το πηγαίο του ταλέντο να προκαλεί στους θεατές γέλια μέχρι δακρύων. Την εντυπωσιακή του ερμηνεία απολαμβάνουμε επίσης στις ταινίες The Monster, Pinocchio και Αστερίξ και Οβελίξ εναντίον Καίσαρα.
——
Χρύσα Γούτα