Όταν βλέπουμε τον άνθρωπο που ποθούμε εκκρίνεται στο σώμα μας αδρεναλίνη, νιώθουμε την καρδιά να χτυπά δυνατά, τα γόνατα να τρέμουν και το αίμα να κοχλάζει.
Θέλουμε να βρισκόμαστε μαζί του όσο πιο πολύ γίνεται, και τότε είμαστε πανευτυχείς. Κι όταν τον αποχωριζόμαστε βιώνουμε μια βαθιά αίσθηση απώλειας. Ο έρωτάς μας δε μας αφήνει να συγκεντρωνόμαστε εύκολα στις καθημερινές μας υποχρεώσεις, η διάθεσή μας έχει έντονες μεταπτώσεις και το μόνο που σκεφτόμαστε είναι αυτό το άτομο που μας φαίνεται ξεχωριστό και μοναδικό.
Αυτή η κατάσταση θυμίζει ψυχασθένεια, εμπεριέχει μια στάλα παράνοιας. Πράγματι, έχει βρεθεί ότι υπάρχουν ομοιότητες μεταξύ των ερωτευμένων και των ιδεοληπτικών, δηλαδή των ατόμων που έχουν έμμονες ιδέες, που φοβούνται μη λερωθούν ή μην αρρωστήσουν. Και στις δύο περιπτώσεις παρατηρείται μείωση της σεροτονίνης που είναι ένας νευροδιαβιβαστής, δηλαδή μεταφέρει μηνύματα μεταξύ των κυττάρων του εγκεφάλου. Χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης παρατηρούνται και στα άτομα που πάσχουν από κατάθλιψη. Ο ερωτευμένος διατρέχει τον κίνδυνο να πέσει σε μελαγχολία γι’ αυτό και θα κάνει τα πάντα για να κερδίσει το αγαπημένο του πρόσωπο. Όταν βέβαια καταλαγιάσει το πάθος, η σεροτονίνη επανέρχεται στα κανονικά επίπεδα.
Παρά τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης νιώθουμε ευχαρίστηση διότι αυξάνεται η ντοπαμίνη. Αυτή μας πλημμυρίζει ανεξάντλητη ενέργεια, λίγος ύπνος μας αρκεί αλλά νιώθουμε νευρικότητα και ταραχή όταν δεν είμαστε μαζί με το έτερον ήμισυ.
(Απόσπασμα από το βιβλίο «Έρωτας, Χημεία & Σεξ-Εκδόσεις ΙΑΝΟΣ 2011)