Εξάρθρημα του ώμου. Χρειάζεται χειρουργείο από το πρώτο επεισόδιο;

Το εξάρθρημα αποτελεί ένα συχνό τραυματισμό του ώμου. Ο μηχανισμός, η παθολογία και η θεραπεία της κάκωσης αυτής έχουν σχεδόν πλήρως αποκωδικοποιηθεί και αποτελούν βασική πλεον γνώση της ορθοπαιδικής χειρουργικής.

wmos

Ωστόσο, ακόμα και σήμερα, παραμένει αμφιλεγόμενη η ένδειξη της χειρουργικής θεραπείας σε περιπτώσεις πρώτου επεισοδίου εξάρθρήματος. Δεν μπορούμε δηλαδή, να πούμε με βεβαιότητα εάν, ένας ασθενής που υφίσταται για πρώτη φορά στη ζωή του εξάρθρημα του ώμου, πρέπει να αντιμετωπίζεται χειρουργικά ή εάν πρέπει η χειρουργική αντιμετώπιση να εφαρμόζεται σε περιπτώσεις επαναλαμβανόμενων εξαρθρημάτων (δεύτερο επεισόδιο εξαρθρήματος και έπειτα).

Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα μπορεί να δοθεί, εάν κατανοήσουμε τον ακριβή λόγο για τον οποίο εφαρμόζουμε τη χειρουργική θεραπεία σε ασθενείς που έχουν υποστεί εξάρθρημα του ώμου.

Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ένας ασθενής με τραυματικό εξάρθρημα του ώμου επισκέπτεται το πλησιέστερο τμήμα επειγόντων περιστατικών και υποβάλλεται σε κλειστή (μη χειρουργική) ανάταξη του εξαρθρήματος, υπό έλξη από έναν έμπειρο ιατρό. Επομένως, πλην σοβαρών και σπάνια σχετικά περιπτώσεων, δεν απαιτείται χειρουργείο για την αντιμετώπιση του εξαρθρήματος του ώμου. Τότε λοιπόν, γιατί να χειρουργούμε ασθενείς με εξάρθρημα;

Η απάντηση είναι απλή. Για να προλάβουμε ένα μελλοντικό επεισόδιο εξαρθρήματος. Άρα ουσιαστικά δεν θεραπεύουμε χειρουργικά το εξάρθρημα αυτό καθεαυτό αλλά, την αστάθεια που εγκαθίσταται στην άρθρωση συνεπεία του εξαρθρήματος. Γιατί έπειτα από κάθε επεισόδιο εξαρθρήματος, συμβαίνει τραυματισμός των σταθεροποιητικών δομών της άρθρωσης με συνέπεια, την εγκατάσταση υπολοιπόμενης αστάθειας που μπορεί να οδηγήσει σε νέο εξάρθρημα του ώμου.

Γα να κατανοήσουμε τη λογική της θεραπείας αυτής της πάθησης, είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε κάποια βασικά στοιχεία της ανατομίας του ώμου και της παθολογίας του εξαρθρήματος.

Η ωμική ζώνη σχηματίζεται από τη συνένωση τριων οστών (της κλείδας, της ωμοπλάτης και του βραχιονίου) και περιλαμβάνει δύο αρθρώσεις, τη γληνοβραχιόνιο (ένωση ωμοπλάτης με βραχιόνιο) και την ακρωμιοκλειδική (ένωση κλείδας με ωμοπλάτη). Η σταθερότητα των αρθρώσεων αυτών εξασφαλίζεται χάρη στην παρουσία σταθεροποητικών μηχανισμών οι οποίοι, δρουν σε όλο το εύρος κίνησης του άνω άκρου. Με τον όρο εξάρθρημα ώμου, αναφερόμαστε συνήθως στο εξάρθρημα της γληνοβραχιόνιας άρθρωσης, στην έξοδο δηλαδή, της κεφαλής του βραχιονίου από τα όρια της ωμογλήνης. Η ωμογλήνη αποτελεί μια κοίλη υποδοχή της ωμοπλάτης που υποδέχεται τη σφαιρική κεφαλή του βραχιονίου.

Περισσότερα ΕΔΩ.